Η ομορφιά της μεσογειακής δίαιτας

2012-07-16 09:25

 Μία από τις πρώτες διατροφικές μελέτες στην Ελλάδα έγινε το 1948 στην Κρήτη από το Rockefeller Foundation. Τα αποτελέσματά της απέδειξαν τη στενή σχέση που είχε η διατροφή του ντόπιου πληθυσμού με το πόσα χρόνια ζούσε. Η σχέση διατροφής και μακροζωίας στον ελλαδικό χώρο γρήγορα τράβηξε το ενδιαφέρον και άλλων Ελλήνων και ξένων επιστημόνων πάντα σε ό,τι αφορούσε τη μελέτη της διατροφής αυτού του πληθυσμού, η οποία γρήγορα ονομάστηκε μεσογειακή δίαιτα. Προσεγγίζοντας τη μεσογειακή δίαιτα με επιστημονικό τρόπο, παρατηρεί τα εξής χαρακτηριστικά: Ως επί το πλείστον αποτελείται από τρόφιμα φυτικής προέλευσης, όπως τα φρούτα, τα λαχανικά, οι πατάτες, το ψωμί αλλά και άλλοι σπόροι, καθώς και τα όσπρια. Η έμφαση δίνεται σε μία ποικιλία από ελάχιστα επεξεργασμένα εποχιακά τρόφιμα, τα οποία καλλιεργούνται στον τόπο που καταναλώνονται. Η κύρια πηγή λιπών σε σχέση με το βούτυρο και τη μαργαρίνη είναι το ελαιόλαδο. Συνολικά, το λίπος ευθύνεται μόνο για το 25% με 35% της συνολικής ενέργειας που προσλαμβάνει το άτομο. Η ημερήσια πρόσληψη γαλακτοκομικών είναι μικρή με τη μορφή τυριού ή γιαουρτιού, ενώ το σύνηθες επιδόρπιο είναι τα φρούτα εποχής. Τα γλυκά καταναλώνονται λίγες φορές την εβδομάδα, ενώ πολλές φορές τη θέση της ζάχαρης παίρνει το μέλι. Το κόκκινο κρέας είναι σχεδόν απαγορευμένο και καταναλώνεται λίγες φορές το μήνα και σε μικρές ποσότητες, σε αντίθεση με το κοτόπουλο και το ψάρι που καταναλώνονται κάθε εβδομάδα. Τέλος, πολύ συχνή είναι και η κατανάλωση κρασιού (πολλές φορές ένα ή δύο ποτήρια κρασί κάθε ημέρα). Όπως έχει επισημάνει η ομάδα της καθηγήτριας του Πανεπιστήμιου Αθηνών Αντώνιας Τριχοπούλου σε άρθρο της για την ελληνική παραδοσιακή διατροφή στο European Journal of Clinical Nutrition "... μέχρι τα τέλη του 1950 το φαγητό ίσα που έφτανε για να συντηρηθούν οι βασικές ανάγκες του οργανισμού...". Πράγματι, οι οικονομικοκοινωνικές συνθήκες ήταν τέτοιες που ανάγκαζαν τον πληθυσμό να είναι λιτοδίαιτος και να στρέφεται σε προϊόντα που εύκολα μπορούσε να καλλιεργήσει ή να πάρει από τη φύση, όπως τα ψάρια. 

Με τις πολλαπλές έρευνές της η κ. Τριχοπούλου έχει αποδείξει ότι η ελληνική μεσογειακή διατροφή δεν είναι μόνο κρητικό φαινόμενο, αλλά χαρακτηρίζει και άλλες περιοχές στον ελλαδικό χώρο. Προβάλλει, μάλιστα, το συνδυασμό λαδιού και λαχανικών ως το βασικό παράγοντα που συντέλεσε ώστε η ελληνική κουζίνα να αποκτήσει τη φήμη ότι προσφέρει υγεία και μακροζωία.

Βασικό κομμάτι του τρόπου ζωής όμως των μεγαλύτερων σε ηλικία Κρητικών ήταν και ή άσκηση. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι πριν από 30 χρόνια και πλέον ο πληθυσμός ήταν πολύ πιο δραστήριος σωματικά, καθώς δεν υπήρχαν ιδιωτικής χρήσης αυτοκίνητα και οι συγκοινωνίες ήταν ακόμα εν τη γενέσει τους.
Οι περισσότερες διατροφικές έρευνες που έχουν γίνει επικεντρώθηκαν στους ηλικιωμένους (άνω των 75 ετών), επειδή οι δικές τους διατροφικές συνήθειες έχουν υποστεί τις μικρότερες αλλαγές. 

Οι επιστήμονες πιστεύουν ότι οι ομάδες αυτές εξακολουθούν να τηρούν το διατροφικό μοντέλο του 1960. Πράγματι, αποδείχθηκε ότι οι αιματολογικές και οι βιοχημικές εξετάσεις των ανθρώπων αυτών, όπως οι τιμές της χοληστερίνης και των τριγλυκεριδίων, είναι συχνά φυσιολογικές για την ηλικία τους, συγκρίνοντάς τες πάντα με τις τιμές άλλων ηλικιωμένων που ζουν σε διαφορετικές περιοχές του κόσμου και έχουν άλλες διατροφικές συνήθειες. Πέρα όμως από τις εξετάσεις αίματος, οι ωφέλειες φαίνονται και στη συχνότητα διαφόρων ασθενειών.

Η παραδοσιακή κρητική διατροφή έχει άμεσα συσχετιστεί με την έλλειψη καρδιακών προβλημάτων, γεγονός που αποδεικνύεται σε όλες σχεδόν τις επιδημιολογικές έρευνες που έχουν γίνει.

Βέβαια, από το 1980 και μετά έχουν αλλάξει οι διατροφικές μας συνήθειες. Διατροφικές έρευνες που έγιναν τη δεκαετία του 1980 στην Αθήνα συγκλίνουν στο ότι έχει μειωθεί η κατανάλωση οσπρίων από τις ελληνικές οικογένειες, ενώ έχει σημειωθεί σημαντική αύξηση στην κατανάλωση κόκκινου κρέατος. Τα άλλα προϊόντα καταναλώνονται περίπου με την ίδια συχνότητα. Σημαντικό διαφοροποιητικό στοιχείο είναι η ποιότητα των τροφίμων. Η παραδοσιακή μεσογειακή δίαιτα έχει στηριχτεί σε τρόφιμα που καλλιεργούνται με βιολογικούς τρόπους, χωρίς φυτοφάρμακα ή άλλες μεθόδους μαζικής παραγωγής, κάτι που δεν ισχύει στις ημέρες μας. Έρευνα του καθηγητή Αντώνιου Καφάτου, η οποία δημοσιεύθηκε στο American Journal of Clinical Nutrition, δείχνει ότι τα επίπεδα χοληστερίνης έχουν κατά μέσο όρο αυξηθεί κατά 36% στον ελληνικό πληθυσμό μέσα σε 26 χρόνια, ενώ και οι υπόλοιποι δείκτες της υγείας του πληθυσμού αντανακλούν την τάση για εξομοίωση με τις υπόλοιπες χώρες του δυτικού κόσμου.
Η ελληνική διατροφή συντέλεσε στην καλή υγεία ενός πληθυσμού με καλές συνήθειες και με ένα όχι πλήρως αναπτυγμένο σύστημα υγείας. Οι Έλληνες χρόνια είχαν το μεγαλύτερο μέσο όρο ζωής στον κόσμο. Δυστυχώς, όμως, οι νέες έρευνες συναινούν στο ότι οι νέες διατροφικές μας συνήθειες έχουν συμβάλει στην αύξηση της εμφάνισης πολλών ασθενειών, αναιρώντας τις ωφέλειες της παραδοσιακής μας διατροφής.

Πεινάσατε!!! εάν ναι κάντε κλικ εδώ  ή εδώ...